Πώς επηρεάζεται η σχέση του ζευγαριού από το γονεϊκό ρόλο

Προστατεύοντας τη σχέση - «άξονες συνειδητοποίησης»

Η μετάβαση από τη σχέση δυο ανθρώπων στη δημιουργία οικογένειας συνιστά συχνά μια επιθυμητή και ευχάριστη όσο και απαιτητική συνθήκη. Η έλευση ενός παιδιού ανατρέπει τις υπάρχουσες ισορροπίες και διαμορφώνει νέα δεδομένα ανάμεσα στο ζευγάρι, καθώς η παρουσία του «τρίτου» εδραιώνει μια νεα πραγματικότητα ανάμεσα στους μέχρι τώρα «δυο». Δεν είναι πια μόνοι όπως είχαν συνηθίσει αλλά μοιράζονται τη σχέση με ένα ακόμη τουλάχιστον μέλος, μέσα από τη δεδομένη φυσική του παρουσία, που απαιτεί φροντίδα, που προκαλεί και εκφράζει συναισθήματα που συνήθιζαν να βιώνουν μεταξύ τους κατ’ αποκλειστικότητα, που λειτουργεί ενίοτε ως παρατηρητής της σχέσης, διεκδικώντας ένα μέρος όσων είχαν συνηθίσει να απολαμβάνουν μεταξύ τους.

Ανακατανομή ρόλων και νέες αγωνίες

Παράλληλα με τα θετικά συναισθήματα ως προς τη νέα παρουσία, εγείρονται αντίστοιχα και αγωνίες σχετικά με την ανακατανομή των ρόλων στην οικογένεια. Ο γονιός μπορεί να αισθάνεται αγάπη και τρυφερότητα προς το παιδί, ενώ βιώνει αισθήματα παραμέλησης από τον σύντροφό του. Η αναγνώριση και παραδοχή των συναισθημάτων ζήλιας που αισθάνεται ο καθένας ως απόρροια της σχέσης του συντρόφου με το παιδί είναι αναγκαίο να γίνουν αντικείμενο επεξεργασίας μεταξύ του ζευγαριού. Παραμερίζοντας την όποια άρνηση ή ενοχή για συναισθήματα που χαρακτηρίζονται ως «παιδικά» ή «ανεπίτρεπτα», και αποδεχόμενοι ότι πρόκειται για κάτι φυσιολογικό, κατορθώνουν να τα επεξεργαστούν ώστε να μην καταστούν εμπόδιο στη μεταξύ τους σχέση.

Υπό την πίεση των νέων δεδομένων πολλές φορές το ζευγάρι τείνει να παραμελήσει τις ανάγκες και επιθυμίες του. Δίνοντας αποκλειστική βαρύτητα στον γονεϊκό ρόλο, η σχέση του ζευγαριού ατροφεί, προκαλώντας δυσαρέσκεια και προστριβές που αναγκαία επηρεάζουν το οικογενειακό κλίμα. Η διατήρηση ισορροπίας ανάμεσα στο νέο ρόλο που έχουν και οι δυο αναλάβει, με την παράλληλη διασφάλιση κάποιων από τα κεκτημένα της πρωταρχικής τους σχέσης, αποτελεί πρόκληση για το ζευγάρι. Είναι ανάγκη να διαφυλάξουν μέρους της ιδιωτικότητάς τους, παραμερίζοντας τις ενοχές που αισθάνονται όταν τη διεκδικούν. Άλλωστε, βασική προϋπόθεση ώστε να αισθάνονται επαρκείς ως γονείς αποτελεί όχι μόνο η υλική ή πνευματική τους προσφορά στο παιδί, αλλά κυρίως ο βαθμός στον οποίο κατορθώνουν να αλληλοϋποστηρίζονται, να παραμένουν δοτικοί ο ένας προς τον άλλον, σεβόμενοι παράλληλα τις προσωπικές τους ανάγκες. Η μεταξύ τους αναγνώριση και επιβράβευση κάθε μικρής ή μεγαλύτερης συμβολής στη διαχείριση της καθημερινότητας, συνιστούν βασική πηγή επανατροφοδότησης για κάθε περαιτέρω προσπάθεια.

“Μέσα από τη συνεργασία με τον ψυχολόγο, δίνεται έμφαση στην σπουδαιότητα της επανόρθωσης … οι εντάσεις ενσωματώνονται ως αναπόσπαστο κομμάτι της σχέσης από την οποία και απορροφώνται.”

Επιπλέον, ο διαφορετικός τρόπος με τον οποίο κάθε μέλος του ζευγαριού έχει μεγαλώσει, η σχέση του με τους γονείς του αλλά και η εικόνα που έχει σχηματίσει από τη μεταξύ τους σχέση, επηρεάζουν τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την κατανομή των ρόλων στην οικογένεια καθώς και τη θεση που υιοθετεί σε πρακτικά θέματα, όπως το αν οι δουλειές του σπιτιού είναι υποχρέωση μόνο του ενός ή και των δύο, θέματα ορίων (ο μπαμπάς είναι αυτός που βάζει τους κανόνες;), θέματα προσέγγισης (οι εκδηλώσεις τρυφερότητας είναι αποκλειστική αρμοδιότητα της μητέρας;). Οι πρωταρχικές αυτές αναπαραστάσεις, αποτελούν, όπως είναι αναμενόμενο, συχνή πηγή διαφωνιών και ενίοτε συγκρούσεων ανάμεσα στο ζευγάρι που καλείται να διαπιστώσει και να επαναπροσδιορίσει τις απαιτήσεις του καθενός προς τον άλλον, αναζητώντας σημεία σύγκλισης. Όταν κάθε μέρος έχει την ευκαιρία να εκφράζει την άποψή του, να επιχειρηματολογεί, ακούγοντας τη γνώμη του άλλου και αφήνοντας χώρο για μια διαφορετική οπτική, τότε οι αντιπαραθέσεις μπορούν να ξεπεραστούν. Στόχος είναι η επίλυση της διαφωνίας να μην αφορά νικητές και ηττημένους, καθώς τους ενώνει ο κοινός στόχος της φροντίδας των παιδιών και της διατήρησης της οικογενειακής αρμονίας.

Διαχείριση των εντάσεων

Παράλληλα, όταν οι διαφωνίες και οι εντάσεις δεν αντιμετωπίζονται ως κριτήριο δυσλειτουργίας με συνέπεια να αποφεύγονται ή να υποβόσκουν, αλλα εκλαμβάνονται ως κάτι αναμενόμενο και πολλές φορές αναγκαίο, τότε καλλιεργείται η ειλικρίνεια, ο σεβασμός και οι δεσμοί των μελών ισχυροποιούνται. Άλλωστε, είναι συχνά πιο ασφαλές ο θυμός και η ένταση να εκφράζονται προς τους κοντινούς μας, όπου η αγάπη και η αποδοχή είναι λιγότερο διαπραγματεύσιμη. Μέσα από τη συνεργασία με τον ψυχολόγο, δίνεται έμφαση στην σπουδαιότητα της επανόρθωσης και της συμφιλίωσης μετά από κάθε αντιπαράθεση, ώστε οι εντάσεις να ενσωματώνονται ως αναπόσπαστο κομμάτι της σχέσης και να απορροφώνται.

Με αφορμή τη νέα κατάσταση, το ζευγάρι καλείται να επιλύσει ζητήματα που προϋπήρχαν και τα οποία, με αφορμή την παρουσία των παιδιών, δεν έχουν το περιθώριο να μεταθέσουν στο μέλλον. Οι δυσκολίες και οι νέες απαιτήσεις της σχέσης αποτελούν δοκιμασία αλλά συνάμα και μια ευκαιρία να αναπτυχθούν νέοι τρόποι προσέγγισης, επικοινωνίας και κατανόησης που είναι απαραίτητοι για μια όσο το δυνατόν πιο αρμονική συνύπαρξη.

Φώνη Τζιτζιμίκα, Ψυχολόγος