Συμβαίνει συχνά στις ερωτικές σχέσεις να εισπράττουμε δηλώσεις και υποσχέσεις που όσο κι αν ευφραίνουν τα αυτιά μας και μας γεμίζουν με ελπίδα και χαρά, εξίσου μας ματαιώνουν όταν συνειδητοποιούμε την αδυναμία να εκπληρωθούν στην πράξη με τον τρόπο που έχουν διατυπωθεί. Το αίσθημα της εξαπάτησης μας κατακλύζει όταν αυτός που ερωτευτήκαμε και εμπιστευθήκαμε δεν καταφέρνει να υλοποιήσει όσα επέτρεψε να δημιουργηθούν στη φαντασία μας, όταν σαρώνει τις προσδοκίες μας αναγκάζοντάς μας να αποχαιρετήσουμε όλα όσα δημιουργήσαμε νοερά με αφορμή τα λεγόμενά του.
Είναι θεμιτό να απογοητευόμαστε ή να θυμώνουμε με τον υπαίτιο της προδοσίας που έχουμε υποστεί, να αποδίδουμε σκοπιμότητα στην εξαπάτηση που συνειδητοποιούμε ότι ενορχήστρωσε εναντίον μας, ωστόσο είναι φορές που ο “φερόμενος δράστης” είναι πρωτίστως θύμα της δικής του ανάγκης να εξαπατηθεί. Πριν ξεγελάσει κάποιον άλλον, έχει πέσει ο ίδιος θύμα της ανάγκης να πιστέψει σε κάτι που φαντάζεται για τον εαυτό του και επιθυμεί διακαώς να νιώσει ότι θα καταφέρει να υλοποιήσει, χωρίς να λαμβάνει υπόψιν όλες τις παραμέτρους που επηρεάζουν και κατευθύνουν τις επιλογές του. Συμβαίνει συχνά να αγνοούμε τις ανάγκες, τα αίτια των δισταγμών μας, τους φόβους και τις προθέσεις μας, τη συνολική εικόνα των παραμέτρων που επηρεάζουν τις επιλογές μας, με αποτέλεσμα όσα δηλώνουμε, όσο κι αν εκ πρώτης όψεως φαντάζει ότι απευθύνονται σε κάποιον άλλον, να έχουν κατά κύριο λόγο ως αποδέκτη τον ίδιο μας τον εαυτό. Δηλώνοντας προς κάποιον όσα έχουμε ανάγκη να ακούσουμε εμείς οι ίδιοι ότι ισχύουν, πέρα από όποια ενορχηστρωμένη σκοπιμότητα, αναπόφευκτα συμπαρασύρουμε στο προσωπικό μας δράμα κάποιον που μας είναι απαραίτητο να πιστέψει εξίσου στην πλάνη μας. Μέσω της πίστης που δείχνει στα λεγόμενά μας επιζητούμε να πειστούμε πρωτίστως οι ίδιοι ότι όσα υποσχόμαστε μπορούν να εκπληρωθούν στον χρόνο και με τον τρόπο που τα παρουσιάζουμε. Εν μέσω της απόγνωσης να γλιτώσουμε από όσα μας εγκλωβίζουν, χτίζουμε ένα παραμύθι που προϋποθέτει έναν πρωταγωνιστή, κάποιον που επιθυμεί να παρασυρθεί, που θα επιτρέψει να εξαπατηθεί καθώς έχει ανάγκη να πιστέψει τις ανακρίβειες και τις υπερβολές μας.
Έχουμε κάθε δικαίωμα να θυμώνουμε με τους άλλους για την ασυνέπεια των λόγων τους, ωστόσο πόσο αναλογιζόμαστε ότι και εμείς οι ίδιοι έχουμε, έστω και για λίγο, αποποιηθεί την ευθύνη να προστατεύσουμε τον εαυτό μας; Νιώθουμε ότι ο άλλος μας ξεγέλασε, η αλήθεια όμως είναι ότι αυτό συμβαίνει στο βαθμό που και εμείς οι ίδιοι έχουμε επιτρέψει, για τους δικούς μας λόγους, να ξεγελαστούμε. Η συνειδητοποίηση των επιλογών, η επίγνωση των προθέσεων και η καθαρή ματιά που απαιτούμε από τους άλλους ως προς τον εαυτό τους, λείπει πρωτίστως από εμάς τους ίδιους που επιλέξαμε να αγνοήσουμε τα σημάδια της αλήθειας τους – να την παραβλέψουμε, να την προσπεράσουμε, να την υποτιμήσουμε – με αποτέλεσμα να εναποθέτουμε σε εκείνους την ευθύνη να μας δώσουν αυτό που δεν μπορούν να προσφέρουν στον εαυτό τους. Η επιθυμία να παραμείνουμε πρωταγωνιστές στην ιστορία που έχει φτιαχτεί για εμάς, θολώνει την κρίση μας εμποδίζοντάς μας να αναλογιστούμε υπό ποια συνθήκη και σπρωγμένος από ποια παρόρμηση ο άλλος εκφράζει όσα εκφράζει, υπόσχεται όσα υπόσχεται, δηλώνει όσα δηλώνει. Αφεθήκαμε να πιστέψουμε την εικόνα που κάποιος άλλος προωθεί για τον εαυτό του, αγνοώντας τη δική μας αλήθεια ως προς το τι χρειαζόμαστε, ζητώντας του να κάνει για εμάς αυτό που αποφύγαμε να αναλογιστούμε ότι δεν μπορεί να κάνει πρωτίστως για τον εαυτό του.
Ο θυμός και η απογοήτευση αφορούν εξίσου εμάς που δεν καταφέραμε να επιστρατεύσουμε έγκαιρα την αυτοπροστασία που οφείλουμε στον εαυτό μας. Μια στάση διόλου εύκολη που προϋποθέτει την επίγνωση των αναγκών μας πέρα από τα σημάδια της πραγματικότητας που συνηγορούν ενάντια στην εκπλήρωση των επιθυμιών μας υπό τη δεδομένη συνθήκη, που απαιτεί μια δόση υγιούς κυνισμού και αποστασιοποίησης ώστε να διακρίνουμε τη θέση του άλλου, ότι ίσως τελικά δεν είναι αυτός που μας παρουσιάστηκε. Συνεπώς, πέρα και πάνω από το λάθος και την αδικία που έχουμε υποστεί, χρειάζεται να αναγνωρίσουμε ότι έχουμε αφήσει χώρο γι’ αυτό το ξεγέλασμα, επιλέγοντας να εμπλακούμε με διάρκεια σε μια σχέση, συντηρώντας μια πλάνη που χρειαζόμασταν εξίσου όσο και ο άλλος. Είχαμε ανάγκη να ελπίσουμε ότι θα μας δοθεί αυτό που αναζητούσαμε, όσο μακρινό ή ανέφικτο κι αν φάνταζε. Διαμαρτυρόμαστε για την επιπολαιότητα και την ανωριμότητά του, ωστόσο υπήρξαμε κι εμείς αφελείς ως προς τις θέσεις ή τις προθέσεις του, επενδύοντας σε μια φαντασίωση που έμοιαζε ιδεατή, καθώς μας προσέφερε την ένταση και την αίσθηση της μοναδικότητας που επιδιώκουμε στις σχέσεις μας.
Κατανοώντας τη δική μας θέση απέναντι στα λεγόμενα του άλλου, που αφορά στη γοητεία της ιστορίας που έφτιαξε για εμάς και στην επιλογή να πλανευτούμε και να ελπίσουμε σε όσα ιδανικά παρουσιάστηκαν μπροστά στα μάτια μας (παρά τα προειδοποιητικά σημάδια για το αντίθετο) τόσο περισσότερο θα μπορούμε να εξηγήσουμε την εξέλιξη των γεγονότων, τα σημάδια της εξαπάτησης που ήταν ορατά πριν την αποκάλυψή της. Όχι για να δικαιολογήσουμε τη στάση του άλλου, αλλά για να αναγνωρίσουμε τη δική μας συμμετοχή σε αυτό που συνέβη, ώστε να προστατευθούμε από μια πιθανή παρόμοια εξέλιξη, ώστε να μην ξανασυναντήσουμε μέσω ενός άλλου την πλευρά του εαυτού μας που θα επιθυμεί να αφεθεί σιωπηλά στο ενδεχόμενο να εξαπατηθεί.