Χρειάζονται οι ψευδαισθήσεις για να λειτουργήσουν οι αισθήσεις*

Ένα μεγάλο μέρος της σκέψης μας στη διάρκεια της μέρας κατακλύζεται από ιδέες αναγκαία τυποποιημένες και μονότονες όσο και αναπόφευκτες, όπως οι δραστηριότητες, οι υποχρεώσεις, τα πρέπει και οι προθεσμίες που αγωνιούμε να προλάβουμε. Παράλληλα, το περιεχόμενο της στρέφεται εξίσου γύρω από πιο μύχιες ανάγκες, μακρινά πλάνα και σκοπούς που μπορεί να φαντάζουν ή ακόμη και να είναι άπιαστα. Όνειρα, επιθυμίες, αγωνίες διαπλέκονται την ίδια στιγμή με τα τρέχοντα και καθημερινά. Παρά την ποικιλία, τις μεταβάσεις και τις αυθαίρετες (φαινομενικά) εναλλαγές στο περιεχόμενό τους, οι ιδέες που κυριαρχούν στο μυαλό μας, μας ορίζουν, καθώς αντανακλούν την ψυχική μας διάθεση, τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας και τους άλλους, τον τρόπο που βιώνουμε και ερμηνεύουμε την καθημερινότητα.

Είμαστε, όπως συχνά λέγεται, ό,τι σκεφτόμαστε. Η σκέψη μπορεί να λειτουργήσει ως φυλακή ή καταφύγιο καθώς είναι αυτή που άλλοτε μας εγκλωβίζει σε επαναλήψεις και αναμοχλεύσεις λαθών και αποτυχιών, ενοχών και αστοχιών ή αντίστοιχα μας επιτρέπει να δραπετεύουμε από τα καθημερινά και αναπόφευκτα πρέπει, να ξεφεύγουμε από όσα μας κυνηγούν, ώστε να καταφύγουμε σε όσα μας καθησυχάζουν. Είτε αφορά αναμνήσεις όσων έχουμε ζήσει, είτε άμεσα πλάνα στο κλείσιμο της ημέρας, είτε και πιο μακρινά, δυνητικά μελλούμενα, που όσο κι αν μοιάζουν άπιαστα, επιθυμούμε να τα ζήσουμε καθώς υπόσχονται στιγμές χαράς και απόλαυσης, η διαφυγή στη φαντασία και την ονειροπόληση αντανακλά μια ψυχική όσο και οργανική ανάγκη. Είναι η βόλτα του μυαλού και των αισθήσεων, σαν το δροσερό, αναζωογονητικό ντουζ στο κλείσιμο μιας ζεστής μέρας. Η ικανότητα να χρησιμοποιεί κανείς τα δεδομένα της πραγματικότητας ως αφορμές για να κατασκευάσει κάτι πέρα και έξω από αυτήν, αποτελεί απαραίτητο συστατικό της δημιουργικότητας. Στο πεδίο της τέχνης, η λειτουργία της φαντασίας είναι όχι μόνο αξιοζήλευτη αλλά και απαραίτητη. Αντίστοιχα αναγνωρίζεται η αναγκαιότητα του παιχνιδιού που επιστρατεύει την εναλλαγή ρόλων, την παραγωγή φανταστικών διαλόγων, την παραποίηση προσώπων και καταστάσεων. Αντιμετωπίζεται ωστόσο με καχυποψία όταν εξασκείται από τους “μεγάλους” και απαξιώνεται, υποτιμάται, ενίοτε απαγορεύεται καθώς μοιάζει αταίριαστη στην ενήλικη ζωή, που απαιτεί σοβαρότητα και ρεαλισμό. Με τον ίδιο τρόπο, στο επίπεδο της ατομικής σκέψης, η επιστράτευση της φαντασίας αξιολογείται συχνά ως παρέκκλιση, ως προάγγελος κινδύνου που ρέπει προς την αφέλεια, μιας και είναι συνυφασμένη με την επιπολαιότητα και την αστάθεια.

Πόσο είναι ωστόσο το πολύ και το λίγο, ποιο το όριο ανάμεσα στη στέρηση και την υπερβολή; Μοιάζει πράγματι επιφανειακό και αφελές να ζει κανείς κυρίως στη φαντασία, μέσα από εικόνες και στιγμιότυπα που πλάθει νοερά, πάνω στα οποία βασίζει σχέδια και ελπίδες ενάντια στα δεδομένα της πραγματικότητας που συχνά αδυνατούν να προσφέρουν ένα σήμα ρεαλισμού ως προς την όποια πιθανότητα υλοποίησης. Όπως είναι εξίσου στερητικό να μην μπορεί κανείς να φανταστεί όσα επιθυμεί, να διστάζει να ελπίσει ότι θα πραγματοποιηθούν, από φόβο μήπως εξαπατηθεί από την ίδια του την ανάγκη για όσα μοιάζουν μακρινά και απραγματοποίητα. Η στέρηση αυτή συνεπάγεται συχνά μια αυστηρή επίκληση στη λογική που ισοδυναμεί με μια πνιγηρή σοβαρότητα, με μια σοβαροφάνεια που στραγγαλίζει την παιγνιώδη διάθεση και την ανάγκη για μια πιο αισιόδοξη και ανέμελη προσέγγιση της ζωής και των δυσκολιών που συνεπάγεται. Η ματιά των άλλων που στηλιτεύει την ονειροπόλα αισιοδοξία λειτουργεί σαν προειδοποίηση, σαν υπενθύμιση της πιθανής ματαίωσης που τόσο φοβόμαστε. Καταλήγει τότε να μας αποτρέπει από το να φανταζόμαστε, να πλάθουμε συνθήκες επιθυμητές, να υποδυόμαστε ρόλους, σαν να πρόκειται για ένα ξεχασμένο και απωθημένο προνόμιο της παιδικής ηλικίας, ένα κατάλοιπο άλλης εποχής που δεν έχουμε δικαίωμα να ανασύρουμε, στο όνομα του ρεαλισμού και της ενηλικίωσης.

Είναι γεγονός ότι συχνά η ίδια η πραγματικότητα μας προσγειώνει απότομα, μας επιβάλλει να λάβουμε υπόψιν και να αντιμετωπίσουμε γεγονότα, εξελίξεις και δεδομένα που αντιστέκονται στις επιθυμίες μας και μας απομακρύνουν από αυτές. Κατά πόσο αυτό δικαιολογεί την αποχή από το φαντάζεσθαι; Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές, πρέπει να πιστεύουμε στο αδύνατο φέρεται να πρέσβευε ο Τσε Γκεβάρα. Ακόμη κι αν δεν επιδιώκουμε μια κοσμοϊστορική αλλαγή ή μια επανάσταση, χρειάζεται να κάνουμε χώρο στη σκέψη μας για όσα ονειρευόμαστε, να πλάθουμε εικόνες που αντανακλούν τις επιθυμίες μας και να επιτρέπουμε την έκφρασή τους. Πρόκειται για μια μικρή εσωτερική επανάσταση, ενάντια στο φόβο της απογοήτευσης ή της πιθανής διάψευσης υπό την πίεση των ορατών και ενίοτε κυνικών δεδομένων της πραγματικότητας. Άλλωστε η ικανότητα να οραματιζόμαστε συνεπάγεται το να μπορούμε να επενδύσουμε στο μη εμφανές έτσι ώστε να καταστεί ορατό και για τους υπόλοιπους.

Αν δεν στηρίξεις το ένα σου πόδι έξω απ’ τη Γη ποτέ σου
δεν θα μπορέσεις να σταθείς επάνω της.

(Ελύτης, Μαρία-Νεφέλη, 1978)

*Όπως έλεγε ο Γεράσιμος Βώκος (1948-2019), καθηγητής Φιλοσοφίας στο ΑΠΘ. https://biblionet.gr/%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CF%89%CF%80%CE%BF/?personid=5889

Φώνη Τζιτζιμίκα, Ψυχολόγος

Πρώτη δημοσίευση: Άρθρο στο Arts&Antiques CCR

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Search

Πιο δημοφιλή:

Ημερολόγιο
Απρίλιος 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
1234567
891011121314
15161718192021
22232425262728
2930