Όλο και συχνότερα ακούμε για ανθρώπους γύρω μας που πάσχουν από κατάθλιψη. Άτομα του στενού ή ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος που κάποια στιγμή στη ζωή τους διαγνώσθηκαν, νόσησαν ή παλεύουν ακόμη με αυτήν. Όταν οι αριθμοί αυξάνονται, εύλογα αναρωτιέται κανείς σε ποιο βαθμό μπορεί να αφορά και τον ίδιο, στο παρόν ή στο άμεσο μέλλον. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν το συναίσθημα της θλίψης ή της μελαγχολίας, ακόμη και στις πιο ήπιες μορφές του, εμφανίζεται συχνά – πυκνά στην καθημερινότητα.
Αρχικά είναι σημαντικό να γίνει η διάκριση μεταξύ θλίψης και κατάθλιψης. Η θλίψη μας αφορά όλους. Είναι ένα φυσιολογικό και αναμενόμενο συναίσθημα που προκάλειται υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Αποτελεί μια παροδική αντίδραση σε ό,τι παρεκκλίνει από αυτό που επιθυμούμε, απέναντι σε κάθε ανεκπλήρωτη προσδοκία. Πολλά μικρά ή μεγάλα συμβάντα μπορεί να αποτελέσουν αφορμή – μια σειρά γεγονότων που επιβαρύνουν το άτομο, σε επίπεδο ψυχολογικό ή κοινωνικό και επηρεάζουν αναπόφευκτα τη διάθεσή του. Μια απώλεια που συντελείται με τη λήξη μιας σχέσης (χωρισμός, διαζύγιο), μια προσωπική «αποτυχία» σε επίπεδο εργασιακό (απώλεια εργασίας), ή κοινωνικής καταξίωσης (οικονομική ύφεση, συνθήκες διαμονής), ένας αποχωρισμός από έναν τόπο σε άλλο (μετανάστευση), από συνήθειες (μετακόμιση) ή από αγαπημένα πρόσωπα (θάνατος).
Στην κατάθλιψη απεναντίας, το άτομο είναι αντιμέτωπο με ενα βαθύ συναίσθημα θλίψης, στο οποίο βυθίζεται με ένταση και διάρκεια, καθώς η ικανότητά του να αντιμετωπίσει τη στενοχώρια που βιώνει ως μεταβατική κατάσταση και να αναδυθεί απο αυτήν, έχει καμφθεί.
Τι συμβαίνει στο άτομο που βιώνει κατάθλιψη
Αρνητικές σκέψεις και συναισθήματα κυριαρχούν και επηρεάζουν αντίστοιχα το σώμα και τις λειτουργίες του. Το άτομο σταδιακά χάνει την ικανότητα να απολαμβάνει όσα συνήθιζαν να το ευχαριστούν, το ενδιαφέρον του για νέα πράγματα και εμπειρίες. Βιώνει μια γενικευμένη έλλειψη ενδιαφέροντος, καθώς παλιές και νέες συνήθειες χάνουν το νόημά τους. Ο απαισιόδοξος τρόπος αντίληψης της πραγματικότητας, του στερεί την ευκαιρία να διακρίνει θετικές και ευχάριστες στιγμές στην καθημερινότητα αλλά και στις αλληλεπιδράσεις του με τρίτους. Τα προβλήματα μεγιστοποιούνται, το άτομο επικεντρώνεται στα αρνητικά ενδεχόμενα. Η αναποφασιστικότητα που βιώνει, δυσκολεύει τη διαχείριση καθημερινών καταστάσεων. Κυριαρχεί η ενοχή, ο αρνητικός απολογισμός σε σχέση με επιλογές, αποτυχίες ή λάθη του παρελθόντος. Η τάση για απόσυρση και αποφυγή της πραγματικότητας είναι συνήθης επιλογή, καθώς οι απώλειες που προκύπτουν, βαραίνουν το άτομο που δυσκολεύεται να τις αποδεχτεί και να τις προσπεράσει, δημιουργώντας νέα προοπτική.
«Οι ανθρωποι δεν ενοχλούνται από τα γεγονότα αλλά από την αντίληψή τους γι’ αυτά» (Επίκτητος, Στωικός φιλόσοφος, 50 μ.Χ.-120 μ.Χ)
Όλα τα γεγονότα έχουν ένα ηθικό βάρος (καλό-κακό / ωραίο-άσχημο / ωφέλιμο-βλαβερό) πάντα σε αναφορά με το αποτέλεσμα που προκαλούν. Επομένως, το ίδιο συμβάν μπορεί να αξιολογηθεί τελείως διαφορετικά, ως θετικό ή καταστροφικό ανάλογα με τη σκοπιά από την οποία το κρίνει κανείς. Για παράδειγμα, ένα φυσικό φαινόμενο όπως η βροχή μπορεί να είναι ευεργετικό για τη φύση και τις καλλιέργειες αλλά καταστροφικό για μια εκδρομή ή μια από καιρό προγραμματισμένη υπαίθρια εκδήλωση.
Τα άτομα που πάσχουν από κατάθλιψη επιλέγουν μια ερμηνεία του κόσμου γύρω τους περισσότερο απαισιόδοξη, αρνητικά επιφορτισμένη και χωρίς πολλά περιθώρια βελτίωσης. Η οπτική αυτή αποτρέπει από το να αναλάβουν δράση σε σχέση με το πως βιώνουν τις καταστάσεις που τα αφορούν.
Επομένως ο τρόπος με τον οποίο κανείς σκέφτεται και αντιλαμβάνεται τον εαυτό του αλλά και τα ζητήματα που αντιμετωπίζει είναι καθοριστικός για την εμφάνιση κατάθλιψης. Το να μπορεί κανείς να διευρύνει τον τρόπο θεώρησης των γεγονότων γύρω του, αντιλαμβανόμενος ότι η οπτική του είναι μόνο μία από τις πολλές διαθέσιμες, του επιτρέπει να αναγνωρίσει τη δυνατότητα που έχει στο να επιλέξει τον τρόπο που ερμηνεύει και αντίτοιχα αισθάνεται αναφορικά με όσα του συμβαίνουν.
Απενοχοποίηση της θλίψης-αντίδοτο στην κατάθλιψη
Κάθε συναίσθημα με το οποίο έρχεται κανείς αντιμέτωπος, θετικό ή αρνητικό, αποτελεί έναν τρόπο έκφρασης και έχει κάποιο νόημα για το άτομο που το βιώνει. Ωστόσο, συχνά τείνουμε να αγνοούμε, να αρνούμαστε ή να συγκαλύπτουμε τα δυσάρεστα συναίσθηματα, στερώντας από τον εαυτό μας την ευκαιρία να τα επεξεργαστεί και να τα ξεπεράσει. Ωστόσο, όταν το συναίσθημα της στενοχώριας δαιμονοποιείται και αποφεύγεται με κάθε τίμημα, χάνεται η δυνατότητα για το άτομο να περάσει από την απώλεια στην προοπτική. Απεναντίας, όταν αναγνωρίζεται, το άτομο έχει την ευκαιρία να σκεφτεί όσα το επηρεάζουν, να προβεί σε απολογισμό αναφορικά με αστοχίες και λαθη, να διαπιστώσει όσα παραλείφθηκαν, ώστε να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για καλύτερη διαχείριση στο μέλλον. Ξεφεύγοντας από έναν διαρκή εγκλωβισμό σε αρνητικά συναισθήματα, που συνιστά την ουσία της κατάθλιψης, κατορθώνει να κατακτήσει αυτό που ορίζεται ως ψυχική ενδυνάμωση και που αφορά το πέρασμα από τη θλίψη στη χαρά.
Φώνη Τζιτζιμίκα, Ψυχολόγος
Αναδημοσίευση στο PsychologyNow.gr