Η έννοια της μεταβίβασης ως αντίδοτο στο πένθος

Συχνά στη ζωή μας ερχόμαστε αντιμέτωποι με απώλειες. Από τις πιο μικρές και καθημερινές που αφορούν αντικείμενα που χάνουμε, ένα αγαπημένο αξεσουάρ που φθείρεται ή χαλάει, γνώριμες περιοχές που αλλάζουν σταδιακά με το χρόνο, αλλαγές σε τόπους όπως μια μετακόμιση ή μετοίκηση, μέχρι πρόσωπα και σχέσεις που χάνονται από τη ζωή μας προσωρινά ή οριστικά. Αντιμέτωποι με όλα τα επώδυνα συναισθήματα που προκαλούν, συχνά βιώνουμε μια αυθόρμητη ανάγκη να ακυρώσουμε αυτό που έχει συμβεί, να το αρνηθούμε, να το ξεχάσουμε, να προσποιηθούμε ότι δεν έχει συμβεί. Σε μια προσπάθεια  να αντικαταστήσουμε αυτό που έχει χαθεί με κάτι όμοιο, ενίοτε δοκιμάζουμε να εμπλουτίσουμε το νέο με στοιχεία του παλιού, έτσι ώστε το καινούριο αντικείμενο να αποτελέσει μια αναπλήρωση του χαμένου, ο νέος τόπος να ξαναθυμίσει με κάποιον τρόπο αυτόν που έχουμε αφήσει πίσω, δημιουργώντας μια αίσθηση πρόσβασης σε κάτι από καιρό γνώριμο ώστε να ξαναβρούμε στο καινούριο αυτό που δεν υπάρχει πια.

Αντίστοιχα και στις σχέσεις μας, έχουμε την τάση να επαναλαμβάνουμε συμπεριφορές, να σχετιζόμαστε με τους άλλους μέσα από πανομοιότυπα μοτίβα, να αναπαράγουμε εικόνες, αποσπάσματα μιας ιστορίας που έχουμε ζήσει παλαιότερα σε μια καινούρια που μόλις δημιουργούμε, σε μια προσπάθεια να ξαναφέρουμε στο παρόν αυτό που έχει χαθεί στο χρόνο. Συνειδητοποιούμε συχνά ότι οι άνθρωποι με τους οποίους σχετιζόμαστε έχουν όμοια χαρακτηριστικά, ότι βιώνουμε μαζί τους παρόμοια συναισθήματα ή αναβιώνουμε παρόμοια στιγμιότυπα που έχουμε ξαναζήσει σε παλαιότερες σχέσεις, επαναλαμβάνοντας συνήθειες, προτιμήσεις και τρόπους συσχετισμού σε μια ανάγκη να επιστρέψουμε σε κάτι γνώριμο και οικείο, σε αυτό που έχει από καιρό χαθεί και που αποζητούμε να ξαναζήσουμε μέσα απ’ το καινούριο.

Η έννοια της μεταβίβασης, κομβική στη ψυχαναλυτική θεωρία και πρακτική, περιγράφει ακριβώς αυτήν την τάση του ατόμου να επαναλαμβάνει, να μεταφέρει εικόνες, μνήμες, σκέψεις και συναισθήματα από ένα πλαίσιο σε ένα άλλο, προκειμένου να αναβιώσει το γνώριμο, να μην ξαναεκτεθεί στο άγχος του καινούριου ή στη θλίψη της απώλειας. Πρόκειται για μια βασική αρχή λειτουργίας της θεραπευτικής διαδικασίας που αναφέρεται στην τάση του θεραπευόμενου να προβάλλει σκέψεις και συναισθήματα που αφορούν παλαιότερες σχέσεις στο πρόσωπο του αγνώστου θεραπευτή, ο οποίος υπό το δεδομένο πλαίσιο σταθερότητας και ουδετερότητας μετατρέπεται σε παλιό γνώριμο, μιας και όσα σημαντικά έχουν βιωθεί σε άλλο χρόνο και τόπο, αναδύονται στο παρόν, στη σχέση μαζί του.

Ο καθηγητή David Millad, σε μια από τις διαλέξεις του διδάσκοντας θεωρία Ψυχανάλυσης στο Πανεπιστήμιο του Essex, είχε επιστήσει την προσοχή μας στη λειτουργία της μεταβίβασης στην πράξη. Σε ένα από τα πρώτα του μαθήματα είχε επισημάνει την τάση των ανθρώπων εν γένει, και τη δική μας συγκεκριμένα, εισερχόμενοι σε μια αίθουσα που έχουμε ήδη ξαναμπεί, να αναζητούμε την ίδια θέση που είχαμε επιλέξει την προηγούμενη φορά, κι αν αυτή είναι πιασμένη, την αμέσως κοντινότερη σε αυτήν. Ήταν για εμάς τους μαθητές του ένα τόσο απλό κι ωστόσο χαρακτηριστικό – καθότι βιωματικό – παράδειγμα της ανάγκης να αναζητούμε ακόμη και σε απλές στιγμές της καθημερινότητας, το όμοιο, το οικείο, επιδιώκοντας με κάθε ευκαιρία να αναπαράγουμε μια παλαιότερη εμπειρία στο παρόν. Η απλή αυτή παρατήρηση επιβεβαίωνε στην πράξη την έμφυτη ροπή να καταφεύγουμε σε μια αναζήτηση του όμοιου είτε αφορά τα πιο καθημερινά και ελέγξιμα, όπως οι ρουτίνες, οι συνήθειες, οι κινήσεις στο χώρο, τα τελετουργικά, είτε τα πιο μεγάλα, που ξεφεύγουν από τον έλεγχό μας, όπως οι επαναλήψεις στον τρόπο που σχετιζόμαστε με νέα πρόσωπα, σε μια προσπάθεια να αναπαράγουμε κομμάτια του παρελθόντος. Ο ίδιος καθηγητής, επεκτείνοντας την εφαρμογή της μεταβίβασης στο επίπεδο των σχέσεων, την προσομοίαζε με τη διαδικασία της μετακόμισης, όπου κάθε μέλος της, αποχωρώντας, φέρνει μαζί του ένα βαλιτσάκι, γεμάτο με εικόνες, συναισθήματα, εμπειρίες από την επαφή του με το άτομο που άφησε πίσω, επιδιώκοντας να ταιριάξει κομμάτια του περιεχομένου του στη σχέση του με το νέο πρόσωπο.

Οτιδήποτε έχει περάσει από τη ζωή μας, έμψυχο ή άψυχο, έχει αποκτήσει κάποια σημασία. Έχουμε επενδύσει σε αυτό ένα μέρος των συναισθημάτων, των προσδοκιών, της εικόνας που διατηρούμε ή επιθυμούμε για τον εαυτό μας. Κάθε απομάκρυνση είναι επώδυνη, σα να ξεριζώνουμε ένα κομμάτι από τον εαυτό μας. Το πένθος συνιστά μια απώλεια οριστική, ένα κλείσιμο σε σχέση με την προοπτική της όποιας επαφής ή επανασύνδεσης, με έναν απόλυτο και αμετάκλητο τρόπο. Ενίοτε προσπαθούμε να την αρνηθούμε, να την ακυρώσουμε, ωστόσο η πραγματικότητα μας υπενθυμίζει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως θα θέλαμε. Η μεταβίβαση είναι μια ευκαιρία να μαλακώσει κανείς τον πόνο της απώλειας. Μέσα από ένα είδος ξεγελάσματος, επιτρέπει να ξαναπροσεγγίσουμε, να αναβιώσουμε αυτό που έχει χαθεί με έναν έμμεσο τρόπο. Συνιστά έτσι μια μορφή αισιοδοξίας ως προς την ικανότητα να ζωντανέψουμε μέσα μας αλλά και γύρω μας αυτό που φοβόμαστε ή συνειδητοποιούμε ότι έχει πλέον χαθεί. Ακυρώνοντας το απόλυτο, μετασχηματίζοντας το οριστικό της μη επιστροφής των πραγμάτων σε μια αέναη δυνατότητα να τα ξαναβρίσκουμε αλλού και αλλιώς, καταφέρνουμε να διασώσουμε κάτι από αυτά μεταφυτεύοντάς τα μέσα σε κάθε νέο σχήμα που δημιουργούμε, ξαναδίνοντας ζωή σε όσα έχουν χαθεί αμετάκλητα με την παλιά τους μορφή.

 «Δεν αποποιούμαστε ποτέ και τίποτα, δεν υπάρχει οριστικό πένθος, υπάρχουν μόνο ανταλλαγές … η αποποίηση είναι μερική, δηλαδή αυτό που φαίνεται να αποποιούμαστε από τη μια μεριά, επιχειρούμε να το κερδίσουμε από την άλλη … για να βρούμε αλλού και αλλιώς αυτό που έχουμε εγκαταλείψει». (σελ. 13-14, Rousillion, 2013)

Φώνη Τζιτζιμίκα, Ψυχολόγος

Βιβλιογραφία:

Roussillon,  R. (2013) «Το πένθος του πένθους και η Μελαγχολία», δημοσιευμένο κείμενο στο έργο «Απώλειες και διεργασία πένθους»-Συλλογικό έργο – ΕΨΕ, 2013, Αθήνα, Εκδόσεις Νήσος.

Πρώτη δημοσίευση: Άρθρο στο Arts&Antiques CCR

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Search

Πιο δημοφιλή:

Ημερολόγιο
Απρίλιος 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
1234567
891011121314
15161718192021
22232425262728
2930