Ποια η χρησιμότητα του φόβου
Ο φόβος είναι το συναίσθημα που ενεργοποιείται όταν το άτομο εκτιμήσει ότι βρίσκεται σε κάποιου είδους κίνδυνο. Η αίσθηση του κινδύνου, μικρού ή μεγάλου, πραγματικού ή φανταστικού, κινητοποιεί μια σωματική αντίδραση (κλάμα-αποφυγή-κάλεσμα σε βοήθεια) με σκοπό το άτομο να προστατευθεί από μια δυνητική ή επικείμενη απειλή. Πρόκειται επομένως για μια αναμενόμενη αντίδραση απέναντι στο άγνωστο, σε αυτό που μοιάζει μη ασφαλές ή μη εμπιστεύσιμο.
Είναι «φυσιολογικό» ένα παιδί να φοβάται;
Ο φόβος που προκαλεί το άγνωστο είναι συνυφασμένος με τη διαδικασία του μεγαλώματος, με όλα τα καινούρια πράγματα με τα οποία ένα παιδί έρχεται διαρκώς αντιμέτωπο σε κάθε εξελικτικό στάδιο. Νέα δεδομένα δημιουργούνται, καινούριες απαιτήσεις τίθενται. Το περιβάλλον του δεν είναι τόσο σταθερό και προβλέψιμο όσο χρειάζεται, γι’ αυτό και δίνει αφορμές για φόβους και αγωνίες. Ένα μεγάλο ζώο, ένα έντομο που πετά και έρχεται κοντά του απροειδοποίητα, ένας δυνατός θόρυβος, ένα αντικείμενο που εμφανίζεται μπροστά του απότομα, η θέα ενός προσώπου ή μιας φιγούρας που μοιάζει απειλητική. Ποικίλες αφορμές ξυπνούν μέσα του το φόβο και ενεργοποιούν την ανάγκη ανακούφισης και προστασίας.
Πως καταλαβαινουμε οτι ένα παιδί φοβαται;
Ο φόβος ενός παιδιού μπορεί να εκδηλωθεί με προφανείς ή μη τρόπους. Πιθανόν μιλάει ξεκάθαρα γι’ αυτό. Ενίοτε εμφανίζει σωματικές αντιδράσεις που προκύπτουν όταν έρχεται σε επαφή με το αντικείμενο του φόβου (βλέμμα/έκφραση, διστακτικότητα, υπαναχώρηση, κλάμα, εφίδρωση, τρόμος). Άλλοτε, αποζητά την παρουσία του ενήλικα ως προστάτη σε στιγμές που είναι πιθανή μια επαφή με αυτό που φοβάται. Συχνά αποφεύγει ό,τι προκαλεί φόβο, επικαλούμενο δικαιολογίες που συγκαλύπτουν τα πραγματικά αίτια της αποφυγής (πχ. ένα παιδί που φοβάται τους κλειστούς χώρους, αποφεύγει να μπει στο ασανσέρ ισχυριζόμενο άλλους λόγους πέραν της πραγματικής αιτίας).
Μήπως ενισχύουμε τον φόβο;
Η χρήση του φόβου ως μέσο συμμόρφωσης ενίοτε συντελεί στην ενίσχυσή του, με αποτέλεσμα ο γονίος να καλείται να αποδυναμώσει έναν φόβο που ο ίδιος έχει εισάγει. Συνάμα, η υποτίμησή του, αφήνει το παιδί ανυπεράσπιστο σε έντονα αρνητικά συναισθήματα. Αντίστοιχα, μια αντίδραση θυμού απέναντι στον φόβο του παιδιού, «τσαλακώνει» την αυτοπεποίθησή του και ενισχύει το αίσθημα αβοηθησίας. Καταλήγει τότε να φοβάται ότι τα συναισθήματά του επιβαρύνουν και απογοητεύουν το περιβάλλον του.
Επίσης, είναι συχνό φαινόμενο ο φόβος να λειτουργεί ως το μέσο για να αποσπάσει κάτι περισσότερο, ως ένας τρόπος να ελέγξει τον περίγυρο. Στην περίπτωση αυτή, η αρχική δυσκολία που εμφανίζει, ενισχύεται όταν αντιληφθεί ότι μπορεί να του αποφέρει περισσότερη τρυφερότητα, προσοχή ή δώρα και χατίρια. Αν ο φόβος κάνει τους άλλους να ανταποκρίνονται άμεσα στις όποιες απαιτήσεις του, έχει πλέον έναν καλό λόγο να τον διατηρήσει.
Πόσο αποδεκτός είναι ο φόβος του παιδιού;
Η συμπεριφορά του παιδιού εκλαμβάνεται συχνά ως καθρέφτης του κηδεμόνα, καθώς πιθανά λάθη ή αποτυχίες του, ενεργοποιούν αγωνίες αναφορικά με την κοινωνική εικόνα του γονιού, εγείρουν ζητήματα σύγκρισης, «εκθέτουν» και επισύρουν κριτική. Ο επίμονος φόβος του παιδιού έρχεται σε αντίθεση με την ανάγκη του γονιού να φαντάζει ανθεκτικός και άτρωτος, και υπενθυμίζει προσωπικές δυσκολίες που πιθανόν επιθυμεί να ξεχάσει.
Εμείς φοβόμαστε;
Τα παιδιά διαισθάνονται τους φόβους των ενηλίκων και μπορεί να συντονιστούν με αυτούς. Μια καλή αφετηρία για την επιτυχημένη διαχείρισή τους είναι η διερώτηση του πώς βιώνουμε εμείς το φόβο μας. Τι σκεφτόμαστε, τι νιώθουμε, τι κάνουμε και πώς τον αντιμετωπίζουμε. Πόσο παράλογα μας κάνει να σκεφτόμαστε και να αντιδρούμε. Πόσο μας κατακλύζει, πόσο μας περιορίζει, πόσο μας ταλαιπωρεί. Η επίγνωση των δικών μας συναισθημάτων είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση των αντίστοιχων του παιδιού, καθώς είναι πολύ δύσκολο να αποτρέψουμε ένα παιδί απ’ το να φοβάται όταν εμείς είμαστε ήδη ευάλωτοι σε αυτό.
Φώνη Τζιτζιμίκα, Ψυχολόγος